PROJECT "ARTEMIS": Επιστροφή στην Σελήνη (Συνεχής ενημέρωση)

Το Νεολιθικό σπήλαιο Ασφένδου και οι άγνωστες βραχογραφίες του 8.000 π.Χ.

Μια σημαντική ανακάλυψη για την προϊστορική επιστήμη στην Ελλάδα, είναι η επισήμανση των χαρακτών βραχογραφιών σε σπήλαιο στη θέση Σκορδολλάκια, λίγο έξω από το χωριό Ασφένδου, της επαρχίας Σφακίων στην Κρήτη. Το χωριό είναι χτισμένο σε υψόμετρο 780μ. και οφείλει την ονομασία του στο δέντρο ασφένδαμο που φυτρώνει στην περιοχή σε αφθονία. Το σπήλαιο βρίσκεται κοντά στο ομώνυμο χωριό των Σφακίων, σε μια απόκρημνη πλαγιά, στο δρόμο από Ασφέντου προς Καλλικράτη και έχει μπροστά του ένα πλάτωμα με έκταση 2000 περίπου τετραγωνικά μέτρα. Τα Σκορδολλάκια είναι μία πολύ μικρή βραχοσκεπή, χωρίς βάθος, που μετά βίας χωράει δύο άτομα και βρίσκεται σε μία πλαγιά στην αρχή του φαραγγιού της Ασφέντου. Σπήλαιο έγινε μετά την ανακάλυψη των βραχογραφημάτων, όταν χτίστηκε από την Αρχαιολογική Υπηρεσία προστατευτικός τοίχος και τοποθετήθηκε πόρτα. Η βραχοσκεπή έχει προσανατολισμό προς το νότο και προσφέρει καταπληκτική θέα προς το Ασφεντιώτικο φαράγγι και τη θάλασσα. Στο δάπεδο, κοντά στην είσοδο, και πάνω σε σταλαγμιτική πλάκα, υπάρχουν βραχογραφίες με ποικιλία θεμάτων, τα οποία είναι δύσκολο να χρονολογηθούν. Τα χαράγματα έχουν γίνει προφανώς με λίθινο εργαλείο – ίσως κερατόλιθο ή «δρακονόπετρα», όπως είναι γνωστό στην περιοχή. Κάποιοι ερευνητές, από την θεματολογία και τον τρόπο εγχάραξης τα εντάσσουν στις προϊστορικές περιόδους και πιο συγκεκριμένα στο 8000 π.Χ. ή και παλαιότερα, γεγονός που τις κάνει το παλαιότερο ίχνος κατοίκησης στο νησί. Η επίσκεψη στο σπήλαιο απαιτεί συνεννόηση με τον άνθρωπο στο χωριό που κρατάει το κλειδί της πόρτας δεδομένου ότι το σπήλαιο είναι κλειδωμένο. Για το τηλέφωνο του κ. Γιώργου που έχει στην κατοχή του τα κλειδιά, μπορείτε να ρωτήσετε στο καφενείο του χωριού και να έρθετε σε επαφή μαζί του. Για να εντοπίσετε το σπήλαιο, ακολουθήστε την παρακάτω διαδρομή. Στην έξοδο του χωριού ψάξτε στην δεξιά πλευρά του δρόμου για την τελευταία κολόνα της ΔΕΗ. Σε εκείνο το σημείο θα εντοπίσετε μία πρόχειρη πόρτα από συρματόπλεγμα. Αφού την περάσετε και ακολουθήσετε το δρομάκι, 50 μέτρα μετά φτάνεται στο σπίτι του κ. Γιώργου. Ανατολικά του σπιτιού, 600 περίπου μέτρα, και λίγο μετά το πλάτωμα των 2.000 τετραγωνικών μέτρων, θα εντοπίσετε στα αριστερά σας, και με λίγη προσπάθεια γιατι είναι αρκετά καλά κρυμμένο, το σπήλαιο.

Στην είσοδο του σπηλαίου

-Το άρθρο που ακολουθεί αποτελεί περιληπτική αντιγραφή των άρθρων του Χρήστου Παπουτσάκη από την εφημερίδα «Το Βήμα», φύλλο εφημερίδας 31 Οκτωβρίου 1971, όπου  και έκανε το σπήλαιο διάσημο, και του Γιώργου Πατρουδάκη από το περιοδικό «ΚΡΗΤΙΚΟ ΠΑΝΟΡΑΜΑ», Ιανουάριος – Φεβρουάριος 2008.

Η ανακάλυψη

Το σπήλαιο ανακαλύφθηκε το 1954 από τον μετέπειτα κληρικό Γιώργη Χιωτάκη. Όπως περιγράφει ο ίδιος στο περιοδικό «ΚΡΗΤΙΚΟ ΠΑΝΟΡΑΜΑ»: «Τον πρώτο χρόνο μετά την κατοχή, έβοσκα στην περιοχή 5-6 πρόβατα. Κάποια στιγμή ο σκύλος μου εντόπισε ένα λαγό και άρχισε να τον ζυγώνει. Ο λαγός επήγε και χώστηκε μέσα στο σπήλιο. Με το να μπω μέσα και να αρχίσω να ερευνώ το χώρο, επαρατήρησα πως απάνω στην πλάκα ήσανε πλουμιά. Μετά από λίγα χρόνια κατεβήκανε φοιτητές στην περιοχή μεταξύ των οποίων και ο Παπουτσάκης, τους επήγαμε στο σπήλαιο. Κατόπιν ο Παπουτσάκης ασχολήθηκε συστηματικά, εμπήκενε στο λαβύρινθο της προιστορίαςκαι έκανε το σπήλαιο διάσημο». Ο Χρήστος Παπουτσάκης, μαζί με φίλους, τον Αύγουστο του 1957, σπουδαστής ακόμα του Πολυτεχνείου, βρέθηκε στο Ασφένδου με σκοπό τη μελέτη της λαικής Αρχιτεκτονικής των Σφακίων. Τα βραχογραφήματα του Ασφένδου έγιναν διάσημα χάρη στις δημοσιεύσης του, πρώτα στην εφημερίδα «Το Βήμα» το 1971 και αργότερα στα «Κρητικά Χρονικά» το 1972. Το ίδιο έτος, το 1972, ο Γάλλος αρχαιολόγος Paul Faure, συνοδευόμενος από τον Ελευθέριο Πλατάκη επισκέφτηκε τ‘Ασφένδου, μελέτησε τα βραχογραφήματα, και δημοσίευσε τα συμπεράσματά του στο περιοδικό «Αμάλθεια» και το επιστημονικό περιοδικό BCA.
Τα χαράγματα

Σύμφωνα με τις μετρήσεις των Πλατάκη και Faure το σπήλαιο έχει μήκος 8,5μ, πλάτος 3μ, και ύψος από 0,36 έως 2,5 μέτρων. Το ασβεστολιθικό δάπεδο, πάνω στο οποίο έχουν χαραχθεί τα βραχογραφήματα, έχει διαστάσεις 3,5 επί 2,75 μέτρων και κλίση περίπου 45 μοιρών. Τα χαράγματα καταλαμβάνουν μέγιστο μήκος 116 εκατοστών και μέγιστο πλάτος 63 εκατοστών. Από το κέντρο περίπου του «καμβά» έχει αποσπαστεί βίαια ένα κυκλικό κομμάτι του δαπέδου διαμέτρου 25 εκατοστών που περιείχε χαράγματα. Τέτοιες καταστροφές παρατηρούνται σε όλες τις περιοχές που υπάρχουν βραχογραφήματα λόγω της ευρέως διαδεδομένης λαϊκής αντίληψης πως κάτω από τους εικονογραφημένους βράχους κρύβονται θησαυροί.

Το σύνολο των βραχογραφημάτων όπως αποτυπώθηκαν από το αρχιτέκτονα Χρ. Παπουτσάκη (Φωτογραφία από το περιοδικό «ΚΡΗΤΙΚΟ ΠΑΝΟΡΑΜΑ», Ιανουάριος – Φεβρουάριος 2008

Στο εικονογραφημένο δάπεδο του σπηλαίου αποτυπώνονται οι κυνηγετικές φαντασιώσεις των αρχαίων κυνηγών. Τα βραχογραφήματα μπορούν να χωριστούν σε δύο ομάδες. Η πρώτη ομάδα αποτελείται από συγκεκριμένα – εικονιστικά θέματα, ενώ η δεύτερη από αφηρημένα σύμβολα. Το πιο…συχνά χαραγμένο θέμα είναι ο αίγαγρος ή το ελάφι που συναντάμε στην επιφάνεια 22 φορές.
Τα χαράγματα άλλοτε σαφή και βαθιά χαραγμένα, άλλοτε ασαφή και ατελείωτα έχουν μήκος που ποικίλλει από 3-9 εκατοστά.
Παράσταση τόξου με βέλος
Η παράσταση αυτή διακρίνεται ξεκάθαρα μια φορά και ίσως ξανά σε δυο πιο συγκεχυμένες ή ασαφείς απεικονίσεις. Το τόξο είναι σύνθετου τύπου, σαν αυτά που συναντούμε στις βραχογραφίες του Παγγαίου.

Παράσταση δέντρου
Το  χάραγμα, που συναντάμε μόνο μια φορά στην επιφάνεια, είναι πιθανόν παράσταση κλαδιών ή δέντρου. Η σχέση των Κρητικών με τα δέντρα ήταν ιερή, ιδιαίτερα την μινωική εποχή. Οι παραστάσεις δεντρολατρείας είναι πολλές, ιδιαίτερα σε σφραγίδες και κοσμήματα.
Η παράσταση του πλοίου
Στην άκρη της σύνθεσης υπάρχουν χαραγμένα δύο πλοία που μοιάζουν πολύ με τα μινωικά. Τα πλοία αυτά έχουν κατάρτι και διχάλα στην υποτιθέμενη πρύμνη, όπου ενδεχομένως θα μπορούσε να τοποθετηθεί το τιμόνι – κουπί. Πάνω και κάτω από τα πλοία υπάρχουν ελάφια.
Χιαστί ακόντια ή κουπιά
Σε πολλές θέσεις εμφανίζονται ακόντια με φυλλοειδή ακροαιχμή, συνολικά 14. Έξι από αυτά έχουν μόνο μία ακροαιχμή και δυο φορές, μέσα στη σύνθεση, ένα τέτοιο ακόντιο – τεράστιο σε σχέση με το θήραμα – διαπερνάει ένα αγρίμι. Τα υπόλοιπα ακόντια φέρουνε από μια πεπλατυσμένη ακροαιχμή σε κάθε άκρο. Δύο ζεύγη ακοντίων είναι σχεδιασμένα χιαστί.

ΑΦΗΡΗΜΕΝΑ ΣΥΜΒΟΛΑ

Κυκλικό σύμβολο
Ένα κυκλικό σύμβολο με διασταύρωση 3 διαγωνίων, στο πιο προσιτό σημείο της επιφάνειας, μοιάζει με τροχό. Οι διαγώνιες ξεφεύγουν ηθελημένα από την περίμετρο και η παρουσία των μικρών κοιλοτήτων μέσα και γύρω από το κύκλο, υποδηλώνει πως το σύμβολο ανήκει στην ενότητα των μη παραστατικών σχημάτων.

Το σύμβολο «Μ»
Το σύμβολο «Μ» έχει χαραχθεί μεμονωμένα και έντονα με γραμμή που ποικίλλει σε βάθος και πλάτος.

Σχήματα τεκτονικά
Ορισμένα τεκτονικά σύμβολα, όπως τα παρακάτω περιγραφόμενα, διακρίνονται χαραγμένα στη σύνθεση.
-Δικτύωμα με απαλή ασταθή χάραξη.
-Γραμματόφωνα σύμβολα.
-Το σύμβολο «D» που είναι γνωστό από τα μεσολιθικά μνημεία.
-Μεμονωμένες κοιλότητες που συμπληρώνονται από βαθιά γραμμή σαν ουρά.

Οι κοιλότητες       
Η χαρακτηριστική εμφάνιση των μικρών κοιλοτήτων (λακουβίτσες), που είτε είναι διάσπαρτες, είτε οργανωμένες σε κύκλους ή άλλες μορφές, αποτελεί ένα άλλο ενδιαφέρον θέμα που θέτουν προς λύση οι βραχογραφίες στα Σκορδαλλάκια. Στο παρελθόν έχουν δοθεί για παρόμοιες χαράξεις τόσο στη Σκανδιναβία όσο και στη Παλαιστίνη την Ελλάδα και αλλού, ποικίλες εξηγήσεις. Μεταξύ των άλλων έχει διατυπωθεί η άποψη ότι χρησιμοποιούνταν για θρησκευτικές σπονδές ή ότι παρίσταναν τοπογραφικό διάγραμμα των κοινοτήτων ή απεικόνιση του έναστρου ουρανού.

Όπως αναφέρει στο άρθρο του ο Χρήστος Παπουτσάκης το 1971, «Η επάλληλη σχεδίαση και η διαφοροποίηση των θεμάτων (σύνολα συγκεκριμένων παραστάσεων και αφηρημένων συνόλων), υποβάλλει την άποψη της χάραξης σε διαφορετικές χρονικά εποχές αλλά και σε διαφορετικές πολιτισμικές φάσεις. Υποθέτω ότι η σπηλιά θα πρέπει να ήταν σε χρήση για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα που ίσως εκτείνεται από την υστεροπαλαιολιθική – μεσολιθική εποχή, όταν το κυνήγι αποτελούσε το κύριο μέσο διατροφής του ανθρώπου, μέχρι την μεσολιθική – προνεολιθική εποχή, όταν πια καινούργιες δομές της κοινότητας και αλλαγή στο τρόπο ζωής μετέβαλαν τα εκφραστικά μέσα – νέοι τρόποι με αφηρημένα σύμβολα και διακοσμητική σημασία ή μαγική επιβολή, άρχισαν να αποτελούν το χαρακτηριστικό εκφραστικό ύφος.  Η επάλληλη και συχνή χάραξη στον ίδιο βράχο – και μάλιστα θηράματος και όπλων κυνηγιού – συνδέει αυτές τις παραστάσεις με τον παλαιολιθικό και μεσολιθικό άνθρωπο».
Είναι γενικά παραδεκτό (χωρίς να συμπίπτουν παντού η  ημερομηνίες), ότι η μεσολιθική εποχή αρχίζει περίπου 10.000 π.Χ. για να συνδεθούμε με τις χρονολογίες της Κρήτης ας θυμηθούμε πως η νεολιθική εποχή σύμφωνα με τις ανασκαφές του Evans άρχισε γύρω στο 6.000π.Χ. και πως η αυγή της πρωτομινωικής εποχής είναι γύρω στα 2.800 χρόνια π.Χ.

 Στο βάθος έχει αποσπαστεί βίαια ένα κυκλικό κομμάτι του δαπέδου διαμέτρου 25 εκατοστών που περιείχε χαράγματα.
Θήραμα
Μετά την ανακάλυψη των βραχογραφημάτων, χτίστηκε από την Αρχαιολογική Υπηρεσία προστατευτικός τοίχος και τοποθετήθηκε πόρτα.
 Μπροστά στην είσοδο του σπηλαίου
  Η ανθρώπινη βλακεία δεν έχει όρια
 Η βραχοσκεπή έχει προσανατολισμό προς το νότο και προσφέρει καταπληκτική θέα προς το Ασφεντιώτικο φαράγγι και τη θάλασσα.